Πέμπτη, Αυγούστου 24, 2006

Ο τρομοκράτης , η κοτσίδα και η λέμον πάι

Πρέπει μα ήμουν στα πρώτα ζαβλακωμένα χρόνια της εφηβείας όταν διάβασα τον « Τρυποκάρυδο» του Τομ Ρόμπινς. Θυμάμαι μου άρεσε το εξώφυλλο – δεν ήξερα τίποτα άλλο για το τι πρόκειται να διαβάσω. Και ναι σε αυτή την άχαρη ηλικία , με τα μπιμπίκια, τα πρώτα τικ τακ, το ξασμένο μαλλί , τους μπον τζόβι και το «μέχρι τις 11 να είσαι σπίτι» είναι που ξυπνάνε οι πρώτες φαντασιώσεις, ερωτικές ή μη- δε μας νοιάζει και πολύ. Το βιβλίο λοιπόν με το ωραίο εξώφυλλο μας ποδογυρίζει παρέα με έναν τρομοκράτη – που η φαντασία μου τον είχε πλάσει κάπου ανάμεσα σε τζορτζ κλούνει ( ναι ναι, κάποια πράγματα μένουν ίδια) και τον άλλον τον τύπο που έπαιζε στο τμήμα ηθών (χρυσό φλουρί σε όποιον μου πει το όνομά του) και με μία πριγκιποπούλα σε διάφορα μέρη και καταστάσεις μέσα στα οποία ζουν ένα αχαλίνωτο πάθος, απρόσμενες ίντριγκες, περιπέτειες και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο αψυχολόγητος νους ενός εφήβου που νομίζει ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. (καθώς μεγάλωνα αυτή η φράση άρχισε να μεταλλάσσεται σε « θα πιάσει τον πάπα από τα …) .

Δε μπορώ να θυμηθώ πότε άρχισα να παρακολουθώ τα τεκταινόμενα στη χώρα που γεννήθηκα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι δε καταλάβαινα και πολλά. Ούτε τώρα καταλαβαίνω. Τις Κυριακές τα βράδια λίγο πριν τις 9 και λίγο πριν μπουν τα αθλητικά ,( κάτι τέτοιες στιγμές ευγνωμονώ τον Αρναούτογλου) έπιανε τον πατέρα μου τρελή λογοδιάρροια. Ιστορίες για το στρατό, για κάτι πολυτεχνεία, για κάτι αντιφασιστικά τραγούδια , για κάτι εξεγέρσεις , για δύσκολα χρόνια , φιλονικίες και εν τέλει αναπόφευκτα βολέματα. Όλα αυτά βέβαια ανάμεσα στις συζητήσεις του «τι θα φάμε αύριο»-« μας χάλασε ο ατμομάγειρας » και « διάβασες για αύριο?» .

Κάθε βράδυ η δικιά σου έβλεπα αστράκια στον ύπνο μου. Οτιδήποτε εναλλακτικό μου προκαλούσε πάντα απίστευτη διέγερση. Και καλά δηλαδή, αφήνεις μια κοτσίδα , κρεμάς μια σημαία του Τσε, ακούς και ολίγον νιρβάνα ( τότε η εναλλακτική μόδα πρόσταζε νιρβάνα) ίσως και Σιδηρόπουλο και μπορείς να κουνιέσαι ανετότα σε όλα τα φλώρο – μέινστριμ παιδάκια. Ακόμα δεν έχω αποφασίσει τι είναι πιο δήθεν. Η κοτσίδα που στηρίζεται σε εξτένσιονς ή ένα ασφυκτικά κλειστό κουστούμι. Και κάπου εκεί, πάνω που ήμουν έτοιμη να κάνω τη κοτσίδα δικιά μου, και πάνω που ετοιμαζόμουν να μπω ολοκληρωτικά στη φαντασίωση μου που με ήθελε ελεύθερη και αντισυμβατική έμπαινε στο όνειρο το καινούριο μοντέλο nike millennium . Τα γαλάζια ήθελα με τη μαύρη ρίγα. Έσκαγα αν και ήμουν σίγουρη ότι σύντομα θα τα αποκτούσα.

Τα πράγματα αλλάζουν λίγο όταν τελειώνεις το σχολείο. Ίσως να είναι οι καινούριες γνωριμίες. Κάπου εκεί είναι που σου γυρίζει και το μάτι ανάποδα και σου φαίνεται τόσο περίεργο που η δικιά σου φαντασίωση για άλλους είναι εφιάλτης. Κάπου εκεί λοιπόν άρχισε να με τσιμπάει ένα ηλεκτροσόκ που διαπερνούσε το πετσί μου. Άρχισα να ακούω φαντασιώσεις για κορόνες , εξουσίες, άθλιες φυλές , διαχωρισμό λαών για ιστορίες που έγιναν πριν 185 χρόνια, για παραγκώνιση ανθρώπων που ζουν μαζί με εμας επειδή ένας από αυτούς έκλεψε τον κουβά του γείτονα και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο αψυχολόγητος νους ενός τυφλοπόντικα που αρχίζει σιγά σιγά να ανοίγει τα μάτια. Ε γι αυτό και εγώ τα ανοιγόκλεινα. Μια από εδώ , μία από εκεί. Και ταυτόχρονα απορούσα πως είναι δυνατόν η χώρα στην όποια γεννήθηκα που κουβαλάει , κάποιες φορές όχι με απόλυτη επιτυχία, όλη αυτή την ιστορία που διαστρεβλωμένα μαθαίναμε επί χρόνια να συντηρεί και να υποστηρίζει τέτοιες φαντασιώσεις.

Πάντα είχα στο μυαλό μου έναν κόσμο. Έναν κόσμο από αυτούς που ζωγραφίζουν τα παιδάκια σε κόλλες Α4 με ξεφτισμένους μαρκαδόρους. Και πάντα ονειρευόμουνα κλειστές τηλεοράσεις και ανοιχτά μυαλά. Άλλα είμαι πολύ στενόμυαλη για να αποφασίσω πότε ένα μυαλό είναι ανοιχτό ή κλειστό. Και πολύ μικρή για να κρίνω άλλους ανθρώπους μικρούς σα και μένα. Γι αυτό κάθομαι ήσυχα ήσυχα στο γραφείο μου, περιμένοντας τη πρώτη του μηνός για να μου δώσουνε λεφτά αυτοί που ξεκοιλιάζουν χώρες ολόκληρες, και σκέφτομαι την ώρα που θα πάω σπίτι και θα με περιμένει ένα κομμάτι λέμον πάι και αν τραβάει η όρεξη μου και δύο. Στο δρόμο δε θα δώσω τίποτα στα παιδιά στα φανάρια γιατί θα βαριέμαι να ανοίγω τσάντες για να βρω το πορτοφόλι. Άσε που μετά δε θα έχω ψηλά για να πάρω τσιγάρα. Και μετά θα προβληματιστώ για το αν θα βγω έξω. Γιατί μωρέ μπορεί και να βαριέμαι. Ύστερα από όλα αυτά θα κάνω κύκλους με την τόσο συνηθισμένη προσωπικότητα μου ψάχνοντας να βρω απαντήσεις σε διάφορα μικρά και μεγάλα που σφυροκοπάνε το κεφάλι του καθένα μας. Και είμαι σίγουρη ότι δεν έχω δει ακόμα τίποτα, ούτε τα μίσα. Και τρομάζω στην ιδέα ότι μπορεί κάποτε ο εφιάλτης του τώρα να γίνει πραγματική φαντασίωση του αύριο. Και τρομάζω ακόμα περισσότερο όταν αντικρίζω ανθρώπους που κάποτε την ίδια χρονική στιγμή κάναμε μαζί τραμπάλα σε διαφορετικά πάρκα να απαξιούν, να διαχωρίζουν, να αγνοούν , να αποστρέφονται, να λυπούνται, να χορεύουν πάνω σε μπάρες από πλαστελίνη, να διαιωνίζουν λαθεμένες συμπεριφορές, να κολλάνε-εφάπτοντας τέλεια σε κάθε τι οπισθοδρομικό και να ονειρεύονται μόνο άνετες καρέκλες και ευκολοχώνευτα στιχάκια. Αλλά εμείς είπαμε είμαστε πια μεινστριμ, πάμε για τους επόμενους…


If you want a better place to live in
spread the words today
Show the world that love is still alive
you must be brave
Or you children of today are
Children of the Grave…



Υγ: …Yeah!

1 σχόλια:

Τη 12:54 μ.μ. , Ο χρήστης Blogger Lex_Luthor06 είπε...

Είσαι παράφρων. Ξαναψάξε τις φαντασιώσεις σου. Ο Βομβιστής στον τρυποκαρυδο είχε ως βασικό χαρακτηριστικό τα σάπια δόντια.

 

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

adopt your own virtual pet!